21/4/11

Πέμπτη βράδυ με τον Αρχιεπίσκοπο.

Απο το περιοδικό Athens Voice τεύχος: 343- 20/04/2011

Μυρωμένο φυσούσε το ανοιξιάτικο αεράκι στην οδό Αγίας Φιλοθέης, πίσω από τη Μητρόπολη. Πέμπτη βράδυ, πηγαίνω στην Αρχιεπισκοπή Αθηνών για να συναντήσω τον Μακαριότατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος, Ιερώνυμο, του οποίου το ύφος και το ήθος, από την πρώτη μέρα που ανέβηκε στο θρόνο, με είχαν εντυπωσιάσει.

Ο Αλέξανδρος Κατσιάρας μεσολάβησε για αυτή τη συνάντηση, διευθυντής του ραδιοφωνικού σταθμού της Εκκλησίας της Ελλάδος, που εκπέμπει στα 89,5 fm και είναι αυτή τη στιγμή το πιο cult ραδιόφωνο της πόλης. Πού αλλού μπορείς να ακούσεις εκπομπές με τίτλους όπως: «Η μουσική των αγγέλων», «Άγιοι και ποιητές», «Ο Θεός στη γωνία», μαζί με βυζαντινούς ύμνους, θεολογικές συζητήσεις, τον Διονύση Σαββόπουλο να διαβάζει Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη, το κήρυγμα της Κυριακής;
Να ’μαι λοιπόν μπροστά στην είσοδο της Αρχιεπισκοπής Αθηνών... Μισοζαλισμένος από τις ανθισμένες νεραντζιές και πασχαλιές, ανεβαίνω τα σκαλοπάτια και μπαίνω στην αίθουσα υποδοχής. Πορφυρές καρέκλες με χρυσοκεντημένους δικέφαλους αετούς στις πλάτες έχουν τοποθετηθεί στις τρεις πλευρές της αίθουσας. Στην τέταρτη πλευρά υπάρχει ένας εντυπωσιακός θρόνος. Καθισμένοι στις καρέκλες περιμένουν και άλλοι εκτός από εμένα για να τον δουν. Ο καθένας για τους δικούς του λόγους έχει έρθει εδώ να πάρει ευλογία. Συνομιλώ για λίγο με τον πατέρα Αδαμάντιο Αυγουστίδη, που εκτός από φωτισμένος κληρικός, είναι και ψυχίατρος. Κάθομαι σε μία από τις καρέκλες. Μια γλυκιά ησυχία επικρατεί στην αίθουσα που παλαιότερα αντηχούσε από τα γέλια του μακαριστού Χριστόδουλου.
Ο Αρχιεπίσκοπος εμφανίζεται μετά από λίγο με το μαύρο ράσο του, χωρίς κανένα άλλο διακριτικό του αξιώματός του. Είναι μεγαλόσωμος, ήρεμος, με ένα γλυκόπικρο χαμόγελο. Δίνει το χέρι του σεμνά, σχεδόν ντροπαλά. Σκύβω και το φιλάω. Είναι ζεστό, δυνατό, τραχύ. Δεν κάθεται στο θρόνο, κάθεται σε μια καρέκλα απέναντί μου. Του προσφέρω μια δικιά μου μετάφραση της «Αποκάλυψης» σε δεκαπεντασύλλαβο. «Από τότε που ξεκίνησα να τη μεταφράζω, Μακαριότατε, μέχρι σήμερα, έχουν γίνει όλα όσα προφητεύει ο Ιωάννης: το Τσέρνομπιλ, οι Δίδυμοι Πύργοι, τσουνάμι, σεισμοί, λιμοί, καταποντισμοί, το 666, όλα!» λέω την εξυπνάδα μου. Χαμογελάει αλλά δεν σχολιάζει. Οι μέρες είναι πονηρές και σύντομα θα πρέπει να πάρει θέση αν η κάρτα του πολίτη, που σχεδιάζει να καθιερώσει το κράτος, είναι το χάραγμα του Αντίχριστου ή όχι. Του προσφέρω και μια σπάνια συλλογή της Ακαδημίας Αθηνών με βυζαντινούς ύμνους και δημοτικά τραγούδια. Τη δέχεται με μεγάλη ευχαρίστηση.
Ο Μακαριότατος είναι φειδωλός στα λόγια και τις δηλώσεις. Γνωρίζει ότι δεν μιλάει εξ ονόματός του αλλά εξ ονόματος της Εκκλησίας. Και η Εκκλησία δεν διοικείται μόνο από αυτόν. Διοικείται και από την Ιερά Σύνοδο. Η Ιερά Σύνοδος, πάλι, είναι «δώδεκα Απόστολοι, καθένας με τον πόνο του». Κάθε δήλωσή του μπορεί να παρερμηνευτεί ή να γίνει αιτία διένεξης, κάτι που προφανώς απεχθάνεται με τον ήπιο και συγκαταβατικό χαρακτήρα που έχει.
Σε αντιστάθμισμα έχει αναπτύξει ένα φιλανθρωπικό έργο μοναδικό στα χρονικά της Εκκλησίας της Ελλάδος. Μόνο για το 2010 δαπανήθηκαν 100.000.000 ευρώ για γηροκομεία, ιδρύματα, γεύματα για τους άπορους, σπίτια για να μένουν συγγενείς καρκινοπαθών, βοήθεια σε άτομα με ειδικές ανάγκες.
Από την πρώτη στιγμή που εκλέχτηκε μέχρι σήμερα, σιωπηλά, ταπεινά, χωρίς τυμπανοκρουσίες, έχει κατορθώσει να φτιάξει όχι μόνο άψυχα κτίρια και εγκαταστάσεις, αλλά και μια πολυάριθμη ομάδα από αφοσιωμένους εθελοντές που χωρίς αμοιβή προσφέρουν τις υπηρεσίες τους όπου χρειαστεί. Είδα πρόσφατα στην τηλεόραση κάτι τέτοιες κυρίες, να μαγειρεύουν για τα γεύματα της Αρχιεπισκοπής, ενθουσιώδεις και χαρούμενες σα να μαγείρευαν για τα παιδιά τους. Αυτό το κλίμα, το έχει δημιουργήσει η προσωπικότητα του Αρχιεπισκόπου, ο οποίος, είμαι σίγουρος, πως προτιμάει να αφοσιωθεί σε μια φιλανθρωπική πράξη παρά σε μια αδιέξοδη θεολογική συζήτηση. Και οι πιστοί, που μπορεί να είναι πιστοί αλλά δεν είναι κουτοί, το καταλαβαίνουν αυτό και τρέχουν να βοηθήσουν.
«Ετοιμάζω μια μελέτη με τίτλο “Πώς μπορεί να σωθεί η Ελλάδα με 40 ημέρες νηστεία”. Τώρα κάνω την οικονομοτεχνική μελέτη» λέω, και για πρώτη φορά τον βλέπω να χαμογελάει πλατιά: «Να μας τη δώσετε να τη διαβάσουμε κι εμείς όταν την τελειώσετε». Μετά σοβαρεύει. «Πάντως τα πράγματα στην Ελλάδα είναι πολύ άσχημα» μου λέει. «Και φοβάμαι ότι θα γίνουν και χειρότερα. Άνθρωποι δεν έχουν να φάνε, δεν έχουν λεφτά να ζήσουν». «Τι θα γίνει με την κάρτα του πολίτη;» ρωτάω. «Έχουμε συνομιλίες με υψηλά ιστάμενα πρόσωπα. Υπάρχει η διάθεση και από τις δυο πλευρές να βρεθεί μια λύση». «Οι νέοι λένε ότι η Εκκλησία είναι πολύ αυστηρή».«Καταλαβαίνουμε τους νέους, αλλά συχνά θέλουν μια Εκκλησία που να ικανοποιεί τις προσωπικές τους επιθυμίες, ενώ η Εκκλησία πάντα μας προσκαλεί σε μια υπέρβαση του ατομικισμού και τις φιλαυτίας μας. Το να απαρνηθεί κανείς το ναρκισσισμό του είναι μια δύσκολη υπόθεση».
Τον ρωτάω για διάφορα επίκαιρα θέματα. Όχι, δεν είναι ο Μακαριότατος η χαρά του δημοσιογράφου. Δεν θα κάνει κάποια δήλωση που θα τη βάλεις πρωτοσέλιδο, ούτε και θα σου δώσει κάποια αποκλειστική πληροφορία. Πρώτα πράττει και ύστερα μιλάει.
Θέλω να τον ρωτήσω, επίσης, για τη μετάφραση των Ευαγγελίων, για τα μεταλλαγμένα τρόφιμα, για την τεχνητή γονιμοποίηση, για τους εξωγήινους, για τους γάμους των ομοφυλοφίλων, όλες αυτές τις δήθεν προχωρημένες ερωτήσεις που κάνουμε στους ιερωμένους για να σοκαριστούν ή για να γίνουν έξαλλοι. Ευτυχώς συγκρατήθηκα. Έτσι όπως τον έβλεπα, έτσι που άκουγα την ήρεμη φωνή του να εξηγεί τα σχέδιά του, οι μόνες ερωτήσεις που μου ήρθαν στο μυαλό ήταν: «Θα αφιέρωνα ποτέ 2 ώρες από τον ελεύθερο χρόνο μου για να κάνω παρέα σε μια άρρωστη γιαγιά; Θα έπαιζα Καραγκιόζη σε ένα παιδάκι που πάσχει από καρκίνο; Θα πρόσφερα έστω και 1 ώρα στην προετοιμασία των χιλιάδων γευμάτων που προσφέρει η Εκκλησία;». Δεν είναι εύκολη η απάντηση.
«Ήταν μεγάλη η τιμή που μου κάνατε, Σεβασμιότατε» λέω όταν τελειώνει η συνάντησή μας και αμέσως καταλαβαίνω την γκάφα μου. «Συγνώμη, Μακαριότατε», το διορθώνω, γιατί Σεβασμιότατο λένε τον Μητροπολίτη και Παναγιότατο λένε τον Πατριάρχη. «Η τιμή ήταν δική μου». Με βλέπει που παρατηρώ τη φωτογραφία ενός μοναστηριού σκαρφαλωμένου στην κορυφή ενός βουνού. «Σε αυτό το μοναστήρι αποσύρομαι» μου λέει. «Να έρθετε να με βρείτε. Εκεί θα έχουμε περισσότερο χρόνο να συζητήσουμε».
Με ξεπροβοδίζει και, προτού με καληνυχτίσει, μου δίνει μια μικρή αναμνηστική εικόνα. Εκείνη τη στιγμή, μου βγαίνει ξαφνικά το δημοσιογραφικό δαιμόνιο: «Θα μας γράψετε κάτι αποκλειστικά για την Athens Voice;». «Θα προσπαθήσω» μου απαντάει ευγενικά.
Ξανά το άρωμα από τις ανθισμένες νεραντζιές και πασχαλιές. «Μα πώς είναι δυνατόν να βλέπεις μια ανθισμένη πασχαλιά και να μην πιστεύεις στην Ανάσταση;» σκέφτομαι και κατηφορίζω μαγεμένος την οδό Αγίας Φιλοθέης
Γιώργος Παυριανός
.